- Ο Ευαγγελισμός (25 Μαρτίου)
- Της Ζωοδόχου Πηγής (Παρασκευή της Διακ/σίμου)
- Η Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου (2 Ιουλίου)
- Η Κοίμησις της Θεοτόκου (15 Αυγούστου)
- Η Κατάθεσις της Τιμίας Ζώνης της Υπεραγίας Θεοτόκου (31 Αυγούστου)
- Το Γενέσιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου)
- Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου (28 Οκτωβρίου)
- Τα Εισόδια της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου)
- Η Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου)
- Απολυτίκια Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών
ΟΙ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ
Ο
Πανάγαθος Θεός «ουκ ευδοκεί επί απωλεία ανθρώπων, αλλά θέλει πάντας
σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Γι’ αυτό και όταν ήλθε το
πλήρωμα του χρόνου, ο Υιός και Λόγος του Πατρός «έκλινεν ουρανούς και
κατέβη» και «σαρξ εγένετο». Έγινε άνθρωπος, για να κάνη τον πεπτωκότα
άνθρωπο θεό κατά χάριν. Ήθελε όμως ο Κύριος να έχη και η ανθρωπότητα
συμμετοχή στο σωτηριώδες έργο του Τριαδικού Θεού. Διότι, εφ’ όσον η
καταδίκη των ανθρώπων οφειλόταν στην κατάχρησι της Θεόσδοτης ελευθερίας
που έκαναν οι πρωτόπλαστοι και εν συνεχεία όλοι οι απόγονοί τους, έπρεπε
να προσφέρη ο άνθρωπος τη θεληματική υποταγή της ελευθερίας του στο
Δημιουργό σαν συμμετοχή στο έργο της σωτηρίας. Αυτό έγινε στο πρόσωπο
της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ της εμήνυσε, ότι θα
γίνη η γέφυρα μεταξύ ουρανού και γης για να κατέβη και σαρκωθή ο Λόγος
του Θεού, εκείνη συγκατατέθηκε απλά, υποτάσσοντας θεληματικά την
ελευθερία της στον Κύριο: «Ιδού η δούλη Κυρίου. γένοιτό μοι
κατά το ρήμα σου». Έτσι η Θεοτόκος έγινε «αιτία της των πάντων Θεώσεως».
Γι’ αυτό και την τιμάμε ιδιαίτερα και της αφιερώνουμε σειρά ολόκληρη
εορτών, που τις λέμε Θεομητορικές εορτές.
Κατά
τις εορτές αυτές φέρνομε στο νου μας τη σεπτή μορφή της Υπεραγίας
Θεοτόκου και εμπνεόμαστε από το υπέροχο παράδειγμα αρετής εκείνης που
την μακαρίζουν όλες οι γενεές και την τιμούν οι άγγελοι και οι
Αρχάγγελοι σαν «τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν των Σεραφείμ».
Ακόμη
την παρακαλούμε να μεταφέρη τα αιτήματά μας στον Υιό και Θεό της, όπως
τότε στο γάμο της Κανά που γεμάτη κατανόησι για το πρόβλημα των
νεονύμφων είπε στον Κύριο: «Οίνον ουκ έχουσι». Και γνωρίζομε ότι η
Παναγία θα μας ακούση, γιατί είναι μητέρα μας, από τότε που ο
σταυρωμένος Υιός της την έδειξε με το βλέμμα στον Ιωάννη -και άρα σε
κάθε μαθητή Του κάθε εποχής- και είπε: «Ιδού η μήτηρ σου».
Επίσης
κατά τις Θεομητορικές εορτές δεχόμαστε μέσα από τα μηνύματα των εορτών
αυτών και την προτροπή της Παναγίας, να υπακούμε στον Κύριο. «Ό,τι αν
λέγη υμίν ποιήσατε», είπε κάποτε στους υπηρέτες η Θεοτόκος. Το ίδιο λέει
και σε μας. Έτσι τιμώντες με τις εορτές της την Θεομήτορα οδηγούμαστε
προς τη λατρεία του Σωτήρος μας, πράγμα στο οποίο αποβλέπουν οι
Θεομητορικές εορτές.
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ (25 Μαρτίου)
«Αρχήν
και κεφάλαιον» όλων των εορτών ονομάζει τον Ευαγγελισμό ο άγιος
Νικόδημος ο Αγιορείτης. Διότι έγινε αρχή όλων των αγαθών και διότι από
τον Ευαγγελισμό εξαρτώνται όλες οι δεσποτικές εορτές. Όπως η ρίζα του
φυτού είναι η αιτία του κορμού, αλλά και των κλάδων και των λουλουδιών
και των καρπών, έτσι και ο Ευαγγελισμός για τις άλλες εορτές.
Γιορτάζουμε την Πεντηκοστή, γιατί προεορτάσαμε την Ανάληψι. Γιορτάζομε
την Ανάληψι, γιατί πιο μπροστά προεορτάσαμε την Ανάστασι. Και πριν από
αυτήν την Σταύρωσι, και πιο πριν τη Βαϊοφόρο. Πιο μπροστά την ανάστασι
του Λαζάρου και ακόμη πιο πριν τη Μεταμόρφωσι. Γιορτάζομε τη
Μεταμόρφωσι, διότι προεορτάσαμε τα Θεοφάνεια και πιο πριν την Υπαπαντή
και τη Γέννησι του Σωτήρος. Γιορτάζομε δε τη Γέννησι, διότι γιορτάζομε
πριν απ’ όλα τον Ευαγγελισμό.
α)
Είναι δε τόσο σπουδαίος ο Ευαγγελισμός, διότι κατ’ αυτόν συνέβη το
κοσμοσωτήριο γεγονός της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά και
γιατί έγιναν σπουδαία πράγματα και από ανθρωπίνης πλευράς, από της
πλευράς της Θεοτόκου. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός που έγραψε τον Κανόνα
των ύμνων της εορτής, κάνει ένα παραλληλισμό μεταξύ της πρωτόπλαστης
Εύας και της Θεοτόκου, για να τονίση την ανεκτίμητης αξίας συμβολή της
Παναγίας στον Ευαγγελισμό: «Της Εύας νυν δι’ εμού καταργείσθω κατάκριμα,
αποδότω δι’ εμού το οφείλημα σήμερον». Η Εύα πλάσθηκε από την πλευρά
του Αδάμ. Ο Θεός ύπνωσε τον Αδάμ, του πήρε ανωδύνως μία πλευρά,
συμπλήρωσε σάρκα και οστά και έπλασε έναν άλλο τέλειο άνθρωπο, την Εύα. Η
Εύα λοιπόν χρωστούσε στον Αδάμ τη σωματική της υπόστασι. Ήλθε τώρα η
απόγονος της Εύας Θεοτόκος και πλήρωσε το χρέος αυτό προς τον άνδρα.
Πώς; Δανείζοντας τη σάρκα της για να σαρκωθή ο Υιός του Θεού. Όπως τότε
από την πλευρά του Αδάμ πλάσθηκε τέλειος άνθρωπος, έτσι τώρα από τη
σάρκα της Παρθένου πλάσθηκε εκ Πνεύματος Αγίου τέλειος άνθρωπος, ο
Θεάνθρωπος Χριστός. Όπως τότε η Εύα δημιουργήθηκε όχι με νόμο φυσικό,
αλλά μόνο από την πλευρά του ανδρός, έτσι και τώρα ο Χριστός γεννήθηκε
από τη Θεοτόκο, χωρίς τη συνέργεια ανδρός. Όπως τότε ο Αδάμ δάνεισε
χωρίς πόνους τη σάρκα του, έτσι και τώρα η Παρθένος χωρίς πόνους γεννάει
το Θεάνθρωπο. Σώος έμεινε ο Αδάμ μετά την αφαίρεσι της πλευράς, άφθορη
και παρθένος έμεινε και η Θεοτόκος μετά τη Γέννησι του Σωτήρος.
β)
«Η εμή προμήτωρ δεξαμένη την γνώμην του όφεως, τρυφής της θείας
εξωστράκισται διόπερ καγώ δέδοικα τον ασπασμόν τον ξένον σου,
ευλαβουμένη τον όλισθον». Η πρωτόπλαστη Εύα άκουσε το διάβολο που της
είπε, ότι παρακούοντας το Θεό θα γίνουν σαν θεοί και τιμωρήθηκε με την
απώλεια του Παραδείσου. Έδειξε εμπιστοσύνη στο διάβολο και ανυπακοή στο
Θεό. Η Παρθένος όμως διόρθωσε την πτώσι της Εύας. Εκφράζοντας την απορία
της προς τον Αρχάγγελο έδειξε, ότι δεν ήταν εύπιστη, αλλά φυλαγόταν από
ολισθήματα αμαρτίας. Με τη συγκατάθεσί της δε προς την κλήσι του Θεού
(«Ιδού η δούλη Κυρίου») έδειξε την υπακοή της στο θείο θέλημα. Η
Παρθένος έγινε πνευματική πρόγονος τέκνων υπακοής προς τον Κύριο.
γ)
«Της Εύας νυν δι’ εμού καταργείσθω κατάκριμα». Τί αποτέλεσμα είχε η
παρακοή της Εύας; Να εξορισθή κι’ αυτή και ο Αδάμ από τον Παράδεισο και
να καταδικασθή να γεννάη με λύπες και στεναγμούς. Να όμως που η Παρθένος
κατήργησε την καταδίκη της Εύας, της γυναικός... Η εγκυμοσύνη της ήταν
χωρίς βάρος και κόπο και ο τοκετός της χωρίς ωδίνες. Η Θεοτόκος άκουσε
από τον άγγελο το «Χαίρε» και πραγματικά χάρηκε χαρά ανεκλάλητη, που
έγινε σκήνωμα του ίδιου του Θεού, που γέννησε και μεγάλωσε Εκείνον που
ήλθε να καταργήση το θάνατο και τη λύπη. Αλλά και τον Παράδεισο άνοιξε η
Θεοτόκος για όλους, αφού έφερε στον κόσμο το Σωτήρα των ανθρώπων.
«Εκ
γυναικός τα φαύλα» είπε κάποτε ο διάδοχος του θρόνου του Βυζαντίου
Θεόφιλος στην Εικασία. Κι’ εκείνη με ετοιμότητα απάντησε: «Και εκ
γυναικός τα κρείττονα». Η Θεοτόκος ήταν αυτή η γυναίκα. Αυτή διέλυσε το
χρέος της γυναικός προς τον άνδρα, έγινε τέκνον υπακοής προς τον Κύριο,
κατήργησε την καταδίκη του ανθρώπου και έφερε στη γη το Σωτήρα. Ας την
ευγνωμονούμε ισοβίως γι’ αυτά τα δώρα.
ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ (Παρασκευή της Διακαινησίμου)
Αμέτρητα
είναι τα θαύματα της Παναγίας σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλους τους
τόπους και ιδιαίτερα στα σεπτά προσκυνήματα, όπου φυλάσσονται οι
θαυματουργές εικόνες της η Παναγία της Τήνου, η Μαλεβή, το Άξιον εστί, η
Πορταΐτισσα, η Μυρτιδιώτισσα, η Φανερωμένη. Την Παρασκευή της
Διακαινησίμου εβδομάδος γιορτάζομε τα πάμπολλα θαύματα που απεργάστηκε η
Θεοτόκος σ’ ένα ιερό προσκύνημα έξω από την Κωνσταντινούπολη, όπου
υπάρχει η θαυματουργή πηγή νερού και Ναός της Παναγίας, της Ζωοδόχου
Πηγής όπως ονομάσθηκε. Ο Ναός αυτός οικοδομήθηκε από τους αυτοκράτορες
του Βυζαντίου και εγκαινιάσθηκε κάποια Παρασκευή του Πάσχα.
Οι
πιστοί δίκαια ονόμασαν την Παναγία Ζωοδόχο Πηγή, αφού αυτή «ζωήν την
ενυπόστατον εκύησεν», δηλαδή γέννησε Αυτόν, που είναι «η Οδός και η
Αλήθεια και η Ζωή». Γεννώντας το Χριστό η Θεοτόκος έγινε η πύλη, δια
μέσου της οποίας εισήλθε στον νεκρό από τα αμαρτήματα κόσμο η αληθινή
και ενυπόστατη Ζωή. Εισήλθε Εκείνος που ήλθε στους ανθρώπους «ίνα ζωήν
έχωσι και περισσόν έχωσιν».
Αλλά η Θεοτόκος είναι Ζωοδόχος Πηγή και διότι υπήρξε πηγή αρετής και αιώνιας ζωής, λόγω της στενής επαφής της με το Θεό. «Αύτη εστιν η αιώνιος ζωή ίνα γινώσκωσι σε τον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν».
Κανείς άλλος δεν υπήρξε τόσο κοντά στο Θεό από την Παναγία. Γι’ αυτό
και ήταν ανυπέρβλητη η αρετή της, η αγάπη, η ταπεινοφροσύνη, η υπακοή
στο Θεό, η πίστι, η υπομονή της.
Ακόμη
η Παρθένος ονομάσθηκε από τη χριστιανική ευσέβεια Ζωοδόχος Πηγή, γιατί
είναι για τους πιστούς πηγή ζωής και βοηθείας χάρις στην πανίσχυρη
πρεσβεία της προς τον Κύριο. Κανείς πιστός που προσφεύγει στην Παναγία
πιστεύοντας, ότι θα μεσολαβήση για να ικανοποιηθούν τα πνευματικά και
υλικά του αιτήματα, δεν φεύγει ανικανοποίητος.
Όταν
λοιπόν «τα νέφη των λυπηρών» καλύπτουν τη ζωή μας, να μη διστάζωμε να
προσφεύγωμε στη Μητέρα μας. Σαν μητέρα είναι έτοιμη να μεσιτεύση
στοργικά για μας, αλλά και σαν Ζωοδόχος Πηγή είναι ικανή να δώση λύσι
στα προβλήματά μας. Φθάνει κι εμείς ν’ αγωνιζώμαστε να την ευχαριστήσωμε
μιμούμενοι το παράδειγμά της. Όπως εκείνη βρήκε την αληθινή Ζωή κοντά
στο Θεό, έτσι κι εμείς να μοχθούμε να μένωμε σταθεροί στην οδό της
αρετής και κοινωνίας με τον Ζωοδότη Κύριο.
Κατά
τη διήγησι της Παλαιάς Διαθήκης όταν ο λαός του Θεού πορευόταν μέσα
στην έρημο και διψούσε, ο Θεόπτης Μωυσής χτυπούσε με το ραβδί του την
πέτρα κι αυτή ανέβλυζε ζωογόνο νερό. Έτσι και οι χριστιανοί που
πορεύονται μέσα στην έρημο του συγχρόνου κόσμου, έχουν την πέτρα-Ζωοδόχο
Πηγή να τους φέρνη με την πρεσβεία της τη Θεία Χάρι που σώζει.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΕΣΘΗΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (2 Ιουλίου)
Η
τιμία εσθής ή μαφόριον ή πέπλος της Παναγίας είχε μεταφερθή από τους
πατρικίους Γάλβιο και Κάνδιδο από τα Ιεροσόλυμα, όπου φυλασσόταν από μία
ευλαβή χριστιανή, στην Κωνσταντινούπολι. Εκεί ο βασιλεύς Λέων
οικοδόμησε Ναό στις Βλαχέρνες και κατέθεσε εντός του με περισσή ευλάβεια
το ιερό κειμήλιο μαζί με την αγία ζώνη της Θεοτόκου, για να
προσκυνούνται από τους πιστούς. Το γεγονός αυτό τιμάμαι στις 2 Ιουλίου.
Από τότε η αγία εσθής λιτανευόταν κατά τις μεγάλες εορτές και κατά τις
εκστρατείες.
Οι
ορθόδοξοι χριστιανοί, αντίθετα προς τους αιρετικούς (Χιλιαστές,
Προτεστάντες), σεβόμαστε και τιμάμε όχι μόνο τους αγίους, αλλά και τα
άγια λείψανά τους, τις εικόνες τους και τα αντικείμενα ακόμη που είχαν
οι άγιοι όσο ζούσαν στον κόσμο αυτό, όπως την αγία εσθήτα και την αγία
ζώνη της Παναγίας. Τα τιμάμε δε και τα προσκυνούμε, διότι «αυτός που
αγγίζει λείψανο μάρτυρος γίνεται κοινωνός της θείας Χάριτος που κατοικεί
στο σώμα του αγίου» (Μέγας Βασίλειος). Απόδειξι δε ότι τα λείψανα και
τα αντικείμενα των αγίων είναι φορείς της θείας Χάριτος, είναι τα
θαύματα που έγιναν και γίνονται δια μέσου αυτών. Και νεκρός αναστήθηκε,
όταν ακούμπησε το λείψανο του Προφήτου Ελισσαίου (Δ’ Βασιλειών ιγ’ 21). Η
σκιά του Αποστόλου Πέτρου και μαντήλια του Αποστόλου Παύλου γίνονταν
μέσα θαυματουργικών ιάσεων και εκδιώξεως δαιμονίων (Πράξεων ε’ 15 και
ιθ’ 11). Αμέτρητα θαύματα μαρτυρούνται στα ιερά προσκυνήματα της
Παναγίας της Τήνου, του Αγίου Σπυρίδωνος, του Αγίου Γερασίμου και των
άλλων αγίων της Εκκλησίας μας. Τα πραγματοποιεί η Θεία Χάρις «για να μη
τιμώνται μόνο οι ψυχές των δικαίων και αγίων, αλλά να πιστέψωμε ότι
υπάρχει και στα σώματά τους δύναμι, και όταν ακόμη είναι νεκρά. Υπάρχει
δε αυτή η θεία δύναμι μέσα σ’ αυτά, γιατί κατοίκησαν εκεί επί χρόνια
άγιες ψυχές, τις οποίες υπηρέτησαν τα άγια σώματα» (Άγιος Κύριλλος
Ιεροσολύμων).
«Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν». Ας
τιμάμε λοιπόν κι εμείς ορθοδόξως την Παναγία και τους αγίους,
προσπαθώντας κυρίως να μιμηθούμε την αξιοθαύμαστη πολιτεία τους.
Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (15 Αυγούστου)
Κατά
την Παράδοσι όταν κοιμήθηκε η Θεοτόκος, συγκεντρώθηκαν θαυματουργικά
στη Γεθσημανή οι Απόστολοι, που βρίσκονταν σε διάφορα μέρη της
οικουμένης μαθητεύοντας «πάντα τα έθνη», και κήδευσαν το σώμα της
μητέρας του Κυρίου. Το αειπάρθενο σώμα κηδεύθηκε, ενώ την καθαρή ψυχή
της παρέλαβε ο Υιός Της στη Βασιλεία των ουρανών. Την ιερή αυτή σκηνή
απεικονίζει και η Ορθόδοξη εικονογραφία, ενώ την εκφράζει και ποιητικά
το εξαποστειλάριο της Εορτής: «Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες
ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα και Συ, Υιέ και Θεέ
μου, παράλαβέ μου το πνεύμα».
Η
Παναγία μας δίδαξε με την αγία ζωή της και την αφοσίωσί της στο Χριστό,
μας διδάσκει και με την Κοίμησί της. Όπως εκείνη προσευχήθηκε και
ζήτησε να κηδευθή το σώμα της Χριστιανοπρεπώς και να πάη η ψυχή της
κοντά στον Υιό και Θεό της, έτσι κι εμείς πρέπει να προσευχώμαστε να
είναι τα τέλη της ζωής μας «ανώδυνα και ειρηνικά», χωρίς πόνο και θλίψι,
αλλά και χωρίς διάστασι από το Θεό και τους αδελφούς μας Χριστιανούς.
Ακόμη να είναι τα τέλη της ζωής μας «χριστιανά και ανεπαίσχυντα», να μη
μας βρη δηλαδή ο θάνατος στην αμαρτία, αλλά στην αρετή και στη μετάνοια,
ώστε να σταθούμε με παρρησία μπροστά στο φοβερό βήμα του Κριτή.
«Απόστολοι εκ περάτων κηδεύσατέ μου το σώμα», ευχήθηκε
η Θεοτόκος. Εμείς όμως πέρα από του να ευχώμαστε να έχωμε χριστιανά
τέλη, οφείλομε προηγουμένως να «κηδεύσωμε» ένα άλλο σώμα, το «σώμα της
αμαρτίας», τον παλαιό άνθρωπο, που δε νεκρώθηκε τελείως κατά το
Βάπτισμα, αλλά φωλιάζει μέσα μας. Αυτός ο κακός εαυτός μας με την
υπερηφάνεια και τα άλλα πάθη ξεσηκώνεται από το διάβολο, μόλις
χαλαρώσομε τον αγώνα τον πνευματικό, και μας ρίχνει στην αμαρτία. Γι’
αυτό είναι ανάγκη να προσευχώμαστε εκτενώς στον Κύριο, ώστε με τις
πρεσβείες της Θεοτόκου, των Αποστόλων και όλων των αγίων και με τον
προσωπικό μας αγώνα να «κηδευθή» και νεκρωθή ο άνθρωπος της διαφθοράς,
που οδηγείται από το διάβολο, και να «μας παραλάβη το πνεύμα» ο
Χριστός, εμπνέοντάς μας δηλαδή την «εν Χριστώ» ζωή.
Εάν
επιτύχω με την κατά Χριστόν ζωή, τότε ο θάνατος του σώματός μας δεν θα
είναι παρά «μετάστασις» από την εν Χριστώ ζωή του παρόντος στην αιώνια
ζωή, όπου θριαμβευτικά εισήλθε και η Θεοτόκος με την κοίμησί της.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (31 Αυγούστου)
Κατά
την Παράδοσι μια ευσεβής Χριστιανή φύλαγε στα Ιεροσόλυμα σαν πολύτιμα
κειμήλια την εσθήτα και τη ζώνη της Παναγίας. Κάποτε ο βασιλεύς Αρκάδιος
μετεκόμισε τα κειμήλια στην Κωνσταντινούπολη και τα εναπέθεσε σε μία
πολυτελή θήκη, την αγία Σορό. Όταν αργότερα έγινε βασιλεύς ο Λέων,
συνέβη να κυριευθή από ακάθαρτο δαιμόνιο η σύζυγός του Ζωή. Έβγαλαν τότε
από τη θήκη την αγία ζώνη, η οποία παρά τη μεσολάβησι εκατοντάδων ετών
έμενε ανέπαφη σαν νεοϋφασμένη, και διά του Πατριάρχου την ακούμπησαν
στην βασίλισσα που θεραπεύθηκε. Μετά με ευχαριστήριους ύμνους στη
Θεοτόκο κατέθεσαν και πάλι την αγία ζώνη στη Σορό. Αυτήν την κατάθεσι
εορτάζομε στις 31 Αυγούστου.
Ένα
ένδυμα έγινε όργανο της θείας Χάριτος. Όχι όμως ένα οποιοδήποτε ένδυμα,
αλλά εκείνο που ανήκε στην Παναγία και το φορούσε στο άγιο σώμα της η
τιμιωτέρα των Χερουβείμ. Η ζώνη της έγινε όργανο της Χάριτος, επειδή
και το σώμα που τη φορούσε υπήρξε δοχείο της θείας χάριτος. Το γεγονός
αυτό δείχνει κάτι πολύ σπουδαίο για τη Χριστιανική ζωή. Δείχνει, ότι η
αγιότητα δεν είναι κάτι που αφορά μόνο την ψυχή του ανθρώπου αλλά και το
σώμα του. Ολόκληρη η ζωή μας, όλη η ψυχοσωματική μας ύπαρξι, πρέπει να
είναι αγία, και όχι τμήμα μόνο αυτής της ζωής. Δεν γίνεται π.χ. να
είμαστε σεμνοί στην Εκκλησία, ενώ αντίθετα στο δρόμο, ή στη θάλασσα, ή
στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους να είμαστε άσεμνοι. Δεν
γίνεται να προσεύχεται η ψυχή μας και σε άλλη ώρα να πορνεύη το σώμα.
Δεν γίνεται ν’ αγωνιζώμαστε να είναι η ψυχή μας αγνή, ενώ τα μάτια
κοιτάνε πονηρά. Αυτός ο διχασμός αποκαλύπτει την υποκρισία μας, και
τελικά, ό,τι καλό επιθυμεί η ψυχή το χαλάει η σαρκική και κοσμικόφρων
ζωή.
Γι’
αυτό προσπάθειά μας ας είναι, να κάνωμε τις ψυχές αλλά και τα «σώματα
ημών θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ». Να κάνωμε τα σώματά μας
πραγματικούς ναούς του Αγίου Πνεύματος. Να δοξάζωμε και να υπηρετούμε το
Θεό με την ψυχή και με το σώμα, με τα λόγια, με το ντύσιμο, με τον
τρόπο βαδίσματος, με το που θα πάμε, τί θα δούμε, τί θ’ ακούσωμε. Έτσι
θα μιμηθούμε την Παναγία, που και η ζώνη της ακόμη είχε ιαματική δύναμι,
αφού ακουμπούσε στο άγιο σώμα της.
ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (8 Σεπτεμβρίου)
Προορισμός και κύριο μέλημα κάθε Ορθοδόξου Χριστιανού είναι να κατακτήση τη Βασιλεία των ουρανών.
είναι να γίνη από τη ζωή αυτή γνήσιος και συνειδητός πολίτης αυτής της
Βασιλείας διά μέσου της τηρήσεως των εντολών του Θεού και της Χάριτος
των Μυστηρίων. Γι’ αυτό και κατά κανόνα οι μνήμες των αγίων συμπίπτουν
με την ημέρα της κοιμήσεώς τους. Επειδή κατά την ημέρα αυτή οι άγιοι
εισήλθαν πανηγυρικά και μεγαλόπρεπα στην αιώνια ζωή και Βασιλεία, αφού
προηγουμένως αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου για να ζουν σαν μέλη της
Βασιλείας. Άλλα και όταν γιορτάζωμε τη γέννησι ενός αγίου -όπως σήμερα
τη γέννησι της Θεοτόκου- το κάνομε, διότι αυτός εργάσθηκε και συνετέλεσε
στο να έλθη η Βασιλεία του Θεού. Έτσι η γέννησι της Παναγίας «χαράν
εμήνυσε πάση τη οικουμένη», επειδή από αυτήν βγήκε ο Θεάνθρωπος Χριστός,
ο οποίος «εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον».
Αφού
λοιπόν πρέπει στη ζωή μας να έχη πρωταρχική σημασία η Βασιλεία του
Θεού, οφείλομε στη γη αυτή να ζούμε όχι για να τρώμε, να πίνωμε και να
απολαμβάνωμε τα εφήμερα αγαθά, αλλά για να αγωνιζώμαστε να είμαστε καλοί
πολίτες της Βασιλείας του Θεού, καλοί Χριστιανοί. Το λίγο χρόνο της
επίγειας ζωής πρέπει να μη τον σπαταλήσωμε με τα γήινα μόνο, αλλά να
φροντίσωμε και για τα επουράνια και αιώνια.
Αυτό
αποτελεί βίωμα των Ορθοδόξων. Βίωμα που εκφράζεται στον τονισμό της
ονομαστικής εορτής του κάθε Χριστιανού. Ο εορτασμός των γενεθλίων είναι
ξενόφερτη συνήθεια, που δείχνει κοσμικό φρόνημα, προσκόλλησι και
προτίμηση των γήινων από τα επουράνια, γι’ αυτό και δεν συνηθίζεται στην
Ορθοδοξία. Εμείς προτιμάμε την ονομαστική εορτή, διότι μας θυμίζει το
Βάπτισμα, κατά το οποίο πήραμε επίσημα το όνομά μας. Όταν εορτάζωμε την
ονομαστική μας εορτή, εορτάζομε ουσιαστικά την είσοδό μας στην Εκκλησία,
τη Βασιλεία του Θεού. Μερικοί μάλιστα Χριστιανοί έχουν την αγία
συνήθεια την ημέρα αυτή να εκκλησιάζωνται, να κοινωνούν και να
ευφραίνωνται που είναι πολίτες της Βασιλείας του Θεού, της Εκκλησίας.
Το
μήνυμα του ερχομού της Βασιλείας του Θεού που εμήνυσε το Γενέθλιο της
Θεοτόκου, ας μας παρακινήση σε μεγαλύτερη συνέπεια στις απαιτήσεις αυτής
της Βασιλείας.
Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (28 Οκτωβρίου)
Ο
ορθόδοξος Χριστιανικός λαός μας έχει βαθειά πεποίθησι, ότι η Παναγία
είναι «θερμή προστάτις και βοηθός» κάθε πιστού, και «ετοίμη αντίληψις
των προστρεχόντων» εις αυτήν. Γι’ αυτό ονομάζει τη Θεοτόκο Γοργοεπήκοο
και της έχει αφιερώσει ωραιότατες ικετευτικές Ακολουθίες, όπως το Μεγάλο
και το Μικρό Παρακλητικό Κανόνα. Αλλά ο λαός μας πιστεύει, ότι η
Παναγία είναι και προστάτις ολοκλήρου του Ελληνικού έθνους και αποδίδει
τις νίκες και τη σωτηρία του πολλές φορές στις θαυματουργικές επεμβάσεις
της Θεοτόκου. Οι γενναίοι Βυζαντινοί πρόγονοί μας έβλεπαν τη Θεοτόκο να
τους οδηγή στα τείχη της Βασιλεύουσας και να τρομάζη τους εχθρούς.
Στίφη βαρβάρων Αβάρων αποκρούσθηκαν θαυματουργικά από αμάχους χάρις
στην Παναγία, που οι Βυζαντινοί ωνόμασαν «Υπέρμαχο Στρατηγό», και της
αφιέρωσαν τον Ακάθιστο Ύμνο. Και σε άλλες περιόδους της Ελληνικής
Ιστορίας έγινε αισθητή η προστασία της Παναγίας: Στην Επανάστασι του 21
αλλά και στο δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ότι μια φούχτα πεινασμένοι και
με πόδια σαπισμένα από τα κρυοπαγήματα Έλληνες νίκησαν τις στρατιές των
Ιταλών το 40 δεν ήταν ένα θαύμα της Παναγίας, που τιμώρησε τους Ιταλούς
για τον άνανδρο τορπιλισμό της Έλλης στο λιμάνι της Τήνου; Γι’ αυτό και
ο Ελληνικός λαός κάνει κάθε χρόνο γιορτή στις 28 Οκτωβρίου, για να
υμνήση τη Θεοτόκο για τη Σκέπη της προς τους Έλληνες.
Η
Θεομητορική αυτή εορτή διδάσκει κάτι βασικό για μας. Ότι το μικρό και
ολιγάριθμο έθνος μας επιβίωσε μέσα στους αιώνες και κάτω από τρομερές
επιβουλές λαών δυνατωτέρων και πολυαριθμοτέρων όχι μόνο χάρις στις
αρετές των Ελλήνων, τη φιλοπατρία και τον ηρωισμό. Επιβίωσε κυρίως χάρις
στην προστασία του Θεού και την τεράστια προσφορά της Εκκλησίας. Αν η
Εκκλησία δεν διατηρούσε και στις πιο σκοτεινές ακόμη περιόδους της
Ελληνικής Ιστορίας αναμμένη τη λαμπάδα της πίστεως και ακμαία την εθνική
συνείδησι, και αν ο Θεός διά της Θεοτόκου δεν υπεράσπιζε τα ελληνικά
όπλα και τους δίκαιους αμυντικούς αγώνες δεν θα υπήρχαμε σαν λαός. Αυτό
έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς βρισκόμαστε στα πρόθυρα της ενοποιήσεως με
άλλους λαούς της Ευρώπης. Αν θέλωμε να επιβιώσωμε σαν λαός είναι ανάγκη
να διατηρήσωμε την εθνική μας ταυτότητα, αλλά και τον σύνδεσμό μας με
την ορθόδοξη πίστι και την Εκκλησία. Η Χάρις του Θεού και η ακοίμητη
προστασία της Παναγίας μπορούν να μας κάνουν να μεγαλουργήσωμε. Σ’
αυτούς λοιπόν τους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, που όλες οι σκοτεινές
δυνάμεις πασχίζουν να μας αποχρωματίσουν σαν Έλληνες και σαν ορθόδοξους,
εμείς ας αγωνιστούμε να μη χάσωμε τους πολύτιμους πνευματικούς
θησαυρούς που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας. Έτσι η Σκέπη της
Παναγίας θα εξακολουθήση να μας προστατεύη από τον εθνικό αφανισμό.
ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (21 Νοεμβρίου)
Οι
ευσεβείς Ισραηλίτες Ιωακείμ και η σύζυγός του Άννα υπέμεναν καρτερικά
για πολλά χρόνια τον «ονειδισμόν της ατεκνίας». Δεν απελπίζονταν όμως
και με πόθο ψυχής ζητούσαν από τον Κύριο ένα παιδί, το οποίο, αφού θα
ήταν δώρο του Θεού, σαν δώρο θα το αφιέρωναν στον Κύριο. Η κόρη που τους
έδωσε ο Θεός, αίροντας θαυματουργικά την στειρότητα της Άννας, ήταν
δώρο και στους ευσεβείς γονείς της και προς την ανθρωπότητα όλη: Η
Παρθένος Μαρία, η μελλοντική μητέρα του Λόγου του Θεού, που θα
σαρκωνόταν. Εκπληρώνοντας το τάμα τους οι γονείς της Παρθένου την
αφιέρωσαν στα τρία της χρόνια στο Ναό του Θεού. Οι ιερείς με πομπή
εισήγαγαν την Μαρία στα Άγια των Αγίων, όπου έζησε με προσευχή και
μελέτη βιώνοντας την παρουσία του Θεού, που την προετοίμαζε για το
μεγάλο έργο της. Την είσοδο της Παναγίας στο Ναό γιορτάζομε κατά την
εορτή των Εισοδίων.
Ο
Ναός του Θεού έγινε για την Παρθένο πηγή ζωής, εμπνεύσεως, πνευματικής
καλλιέργειας. Αν εκείνος ο Ναός, που ήταν τύπος και σκιά, έγινε πηγή
τέτοιας ωφέλειας, πόσο μεγαλύτερη είναι η ωφέλεια από το Χριστιανικό
ναό, την Εκκλησία! Εκεί αναγεννιόμαστε με το Βάπτισμα, εκεί παίρνομε τα
θεία χαρίσματα με το Χρίσμα, εκεί κοινωνούμε την ουράνια τροφή της θείας
Ευχαριστίας, εκεί καθαριζόμαστε από τους ρύπους της αμαρτίας με την
Εξομολόγησι, εκεί διδασκόμαστε το λόγο του Θεού, εκεί κατηχούμεθα, εκεί
μελετάμε μαζί με άλλους Χριστιανούς τη Γραφή και προσευχόμαστε από
κοινού. Η Εκκλησία είναι το λιμάνι μας, η τροφός μας, το κέντρο της ζωής
μας! Η απουσία από αυτήν είναι σταδιακός θάνατος, η τακτική όμως
παρουσία είναι ζωή και πηγή κάθε καλού.
Αλλά
η Παναγία έγινε η «κλίμαξ δι’ ης κατέβη ο Θεός» γιατί προετοιμάστηκε
και εμπνεύσθηκε όχι μόνο από τη φοίτησί της στο Ναό, μα και από τους
ευσεβείς γονείς της. Ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν άνθρωποι αρετής. Δεν
έλεγαν μόνο, αλλά και έπρατταν το Νόμο του Θεού. Η Παρθένος είχε μπροστά
στα μάτια της δυο υποδείγματα αγιότητος. Έτσι δημιουργήθηκαν οι
ευνοϊκές προϋποθέσεις για να καρποφορήση η Θεία Χάρις στην πνευματικά
εύφορη ψυχή της Θεομήτορος. Ακόμη οι γονείς της Παναγίας ήταν εκείνοι
που την οδήγησαν και αφιέρωσαν στο Ναό, γνωρίζοντας καλά ότι την
εμπιστεύονται στα χέρια του Θεού, κοντά στον οποίο υπάρχει ασφάλεια και
χαρά.
Οι
σημερινοί λοιπόν χριστιανοί γονείς που κυριεύονται από αγωνία για τα
παιδιά τους, βλέποντας τις επαναστατικές τάσεις της νεολαίας και την
απομάκρυνσί της από τα πατροπαράδοτα, ας μιμηθούν τους γονείς της
Θεοτόκου. Ας δίνουν στα παιδιά τους όχι μόνο λόγια, αλλά και παράδειγμα
ζωής. Ας τα διδάξουν από μικρά το θέλημα του Κυρίου, ας τα μάθουν να
προσεύχωνται, να εκκλησιάζωνται, να εξομολογούνται, να πηγαίνουν στο
Κατηχητικό. Έτσι μόνο, θα δρέψουν αγαθούς καρπούς στη ζωή των παιδιών
τους.
Η
Παρθένος με τα Εισόδια και το παράδειγμά της μας λέει: «Άφετε τα παιδία
-και τους εαυτούς σας- ελθείν» προς τον Κύριο και την εκκλησία Του.
Εκεί υπάρχει ασφάλεια, πνευματική προκοπή και σωτηρία.
Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (26 Δεκεμβρίου)
Στο
σοφά καθωρισμένο εορτολόγιο της Εκκλησίας μας παρατηρείται, ότι συχνά
μετά από μία Δεσποτική εορτή, αφιερωμένη στο πρόσωπο και το έργο του
Σωτήρος Χριστού, ακολουθεί μία Θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στη Μητέρα
του Θεανθρώπου. Έτσι μετά τα Πάθη και την Ανάστασι του Χριστού
γιορτάζομε τη Ζωοδόχο Πηγή, μετά τη Μεταμόρφωσι έχομε την Κοίμησι της
Θεοτόκου και μετά τα Χριστούγεννα τη Σύναξι, δηλαδή την Ευχαριστιακή
συγκέντρωσι των πιστών προς τιμήν εκείνης που υπηρέτησε στο μέγα θαύμα
της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Η
σύνδεσι αυτή Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών εκφράζει το στενό
σύνδεσμο, που υπήρχε ανάμεσα στο Χριστό και στη μητέρα Του. Σ’ όλες τις
μεγάλες στιγμές της ζωής του Κυρίου παρουσιάζεται στο πλευρό Του σιωπηλή
και πιστή η μητέρα Του. Στην υπερφυσική σύλληψι κατά τον Ευαγγελισμό,
στη Γέννησι, στην Περιτομή, στο Σταυρό, στην ταφή. Παντού όπου Εκείνος
πήγαινε, η Θεοτόκος ακολουθούσε «και συνετήρει πάντα.... συμβάλλουσα εν
τη καρδία αυτής». Αλλά και μετά την Ανάστασι και μέχρι την Ανάληψι του
Κυρίου στους ουρανούς η Παναγία ήταν μεταξύ εκείνων που είδαν τον
Αναστάντα, Του μίλησαν και Τον άκουσαν. Αυτόν τον ισχυρό σύνδεσμο μεταξύ
του Κυρίου και της Θεοτόκου φανερώνει και η εικονογραφία της Εκκλησίας
μας, η οποία κατά κανόνα σ’ όλες τις εικόνες της Παναγίας την παριστάνει
μαζί με τον Υιό της.
Το
μήνυμα λοιπόν που μας δίνει η Υπεραγία Θεοτόκος μέσω της εορτής της
Συνάξεώς της είναι, ότι σαν ορθόδοξοι Χριστιανοί οφείλομε να έχωμε στενό
σύνδεσμο με τον Σωτήρα μας Χριστό. Κανένα και τίποτε να μη βάζωμε πάνω
από το Χριστό στη ζωή μας. Αυτός να είναι ο Αρχηγός και Κύριός μας.
Αυτόν να ποθούμε να συναντήσωμε κάθε μέρα και ώρα με την προσευχή και τη
μελέτη του λόγου Του. Η σφοδρότερη επιθυμία μας να είναι να δεχθούμε
μέσα μας το Σώμα και το Αίμα Του με τη Θεία Μετάληψι. Να τρέχωμε συχνά
στον πνευματικό ν’ αποθέσωμε το βρώμικο ρούχο της αμαρτίας και να
ενδυθούμε το Χριστό με την άφεσι. Το θέλημά Του ν’ αγωνιζώμαστε σε κάθε
βήμα να τηρήσωμε. Σ’ όλες τις μεγάλες στιγμές της ζωής μας Αυτός να
ποθούμε πρώτα να είναι παρών: Στο Γάμο μας, στη Βάπτισι των παιδιών μας,
παντού.
Η
Παναγία με το στενό σύνδεσμό της με τον Υιό και Θεό της εξυψώθηκε και
αξιώθηκε να γίνη «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα των Σεραφείμ».
Επομένως κι εμείς αν πάρωμε σύντροφο και κυβερνήτη του πλοίου της ζωής
μας τον Κύριο Ιησού Χριστό, θα πλεύσωμε με ασφάλεια προς το ακύμαντο
λιμάνι της αιώνιας ζωής, όπου «οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη
βασιλεία του Πατρός αυτών».